Στους Ελληνιστικούς χρόνους

Το τέλος της Κλασικής περιόδου, και ενδοξότερης εποχής για την Ελλάδα και για το κρασί της, επέρχεται με το θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ο οποίος ήταν ένας από τους μεγαλύτερους στρατιωτικούς ηγέτες της παγκόσμιας ιστορίας, που επέκτεινε τον ελληνικό πολιτισμό έως την Αίγυπτο και την Ινδία, εφαρμόζοντας και έναν παράπλευρο αμπελοοινικό αποικισμό. Η αμπελοκαλλιέργεια στην Ελλάδα επεκτάθηκε προς την Ανατολή, ενώ αξιόλογη ήταν η άνθηση οινοπαραγωγής στο νότο, για τις ανάγκες της εκστρατείας. Ο πολυπληθής στρατός του Αλεξάνδρου, προμηθευόταν κρασί όχι μόνο σαν τονωτικό και ευφραντικό, αλλά και σαν «αποστειρωτικό» για τις δύσκολες συνθήκες της εκστρατείας και τα μολυσμένα νερά που πιθανώς να συναντούσε. Έτσι, τα μακεδονικά πλοία κουβαλούσαν κρασί στα λιμάνια που κατέφτανε ο στρατός, το οποίο προμηθεύονταν από τα ελληνικά νησιά του νότιου Αιγαίου, όπως η Ρόδος, η Κως, η Κύπρος, αλλά και από τα παράλια της Μικράς Ασίας. Κοντά εκεί, στο νησί της Λέσβου, γεννήθηκε και ο φιλόσοφος Θεόφραστος, που έγραψε το θεωρούμενο ως το πρώτο βιβλίο κρασιού. Όπως ήταν φυσικό, στους Ελληνιστικούς χρόνους (323 – 146 π.Χ.) και για τους επόμενους αιώνες, οι περιοχές αυτές έγιναν τα μεγάλα παραγωγικά και εμπορικά κέντρα κρασιού της Μεσογείου. Μετά από διαμάχες, οι διάδοχοι του Μεγάλου Αλεξάνδρου μοίρασαν το αχανές βασίλειο σε κομμάτια, με πιο σημαντικό αυτό της Αλεξάνδρειας της Αιγύπτου, που είχε αξιοπρόσεκτη παραγωγή κρασιού. Στον ελλαδικό χώρο και πιο συγκεκριμένα στη Μακεδονία, εξακολουθούσαν να παράγονται εξαίσια κρασιά, όπως και σε άλλες περιοχές, αλλά χωρίς πια την αίγλη του παρελθόντος. Ωστόσο, ανθούν τα «οινικά» ψηφιδωτά.