Ελληνικό αμπελοοινικό δίκαιο

Το ελληνικό αμπελοοινικό δίκαιο βασίζεται κατά κύριο λόγο, σε διάταξεις του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όπως και για τα υπόλοιπα οινοπαραγωγικά κράτη μέλη της, η Ευρωπαϊκή Ένωση καθορίζει τα σημαντικότερα σημεία της οινικής νομοθεσίας κατά τρόπο ομοιόμορφο. Ιδίως μετά από τη νέα Κοινή Οργάνωση Οίνου (KOΑ, κανονισμός 479/2008), που τέθηκε σε εφαρμογή από την αρχή του 2009, μια σειρά από σημαντικά ζητήματα της οινικής παραγωγής και της αγοράς ρυθμίζονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο: ενισχύσεις, δικαιώματα αναφύτευσης, προστασία ονομασιών προέλευσης και γεωγραφικών ενδείξεων, επιτρεπόμενες οινολογικές πρακτικές, παρουσίαση και σήμανση (ετικέτες), σχέσεις με τρίτες χώρες. Ακόμα και οι αρμοδιότητες των διεπαγγελματικών οργανώσεων αμπέλου και οίνου δεν εκφεύγουν τελείως του ευρωπαϊκού δικαίου. Όλοι οι προαναφερόμενοι κανόνες εξειδικεύονται από τους λεγόμενους εκτελεστικούς κανονισμούς της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (κυρίως οι κανονισμοί 436/2009, 606/2009 και 607/2009). Σε αυτούς τους κανόνες προστίθενται άλλες ρυθμίσεις του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίες είτε δεν αφορούν ειδικά τον οίνο, είτε δεν υπάγονται στους κανόνες της ΚΟΑ. Επιδρούν όμως καθοριστικά στη διαμόρφωση του ευρωπαϊκού πλαισίου (π.χ. κανόνες ανταγωνισμού, τελωνειακό δίκαιο, ρύθμιση της κυκλοφορίας πολλαπλασιαστικού υλικού, δίκαιο σημάτων, ειδικός φόρος κατανάλωσης επί των οινοπνευματωδών κ.ά.).

Η επίδραση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στους όρους εξαγωγής των ελληνικών κρασιών σε τρίτες χώρες είναι επίσης καθοριστική για το ελληνικό αμπελοοινικό δίκαιο. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει συνάψει διμερείς συμφωνίες με μια σειρά κρατών, που βασίζονται εν γένει, στην αμοιβαία αναγνώριση γεωγραφικών ενδείξεων, οινολογικών πρακτικών ή κανόνων παρουσίασης των οίνων (http://ec.europa.eu/agriculture/markets/wine/third/index_en.htm). Τέλος, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης παράγει μια σειρά από κανόνες, που έχουν καθοριστική σημασία και για το ελληνικό αμπελοοινικό δίκαιο, μέσω της ερμηνείας και της εφαρμογής των σχετικών διατάξεων (www.curia.eu).

Το ελληνικό αμπελοοινικό δίκαιο αφορά την εκτέλεση και τη συμπλήρωση των ευρωπαϊκών ρυθμίσεων (π.χ. τον καθορισμό των όρων χορήγησης δικαιωμάτων αναφύτευσης αμπέλου), είτε αναφερεται σε ζητήματα που εξακολουθούν να ρυθμίζονται σε εθνικό επίπεδο (π.χ. το ύψος του ειδικού φόρου κατανάλωσης, ο οποίος στην περίπτωση της Ελλάδας είναι μηδενικός). Ωστόσο, δεν είναι ενοποιημένο σε ενιαίο σώμα. Απαρτίζεται από μια σειρά από νομοθετήματα, κυρίως υπουργικές αποφάσεις, ενώ νόμοι προεδρικά διατάγματα και εγκύκλιοι ενδέχεται να αναφέρονται επίσης σε σχετικά ζητήματα. Οι σχετικοί κανόνες δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ενώ η συστηματική αναζήτησή τους γίνεται μέσω εξειδικευμένων βάσεων δεδομένων, που απαιτούν ιδιαίτερη εξοικείωση, προκειμένου η έρευνα να είναι πλήρης. Το ίδιο ισχύει και για τις ελληνικές δικαστικές αποφάσεις που αφορούν την ερμηνεία και την εφαρμογή των σχετικών κανόνων. Ενα σημαντικό δε μέρος των πράξεων της ελληνικής οινικής νομοθεσίας αφορά στον καθορισμό των προϋποθέσεων χρησιμοποίησης ενδείξεων των διαφόρων τοπικών οίνων (οίνοι ΠΓΕ) και αναγνώρισης ονομασιών προέλευσης (οίνοι ΠΟΠ). Επίσης, το ελληνικό αμπελοοινικό δίκαιο καθορίζει τους όρους έγκρισης και χρήσης παραδοσιακών ενδείξεων οίνων, οι οποίες αναγνωρίζονται κατόπιν και προστατεύονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Μεταξύ των διαφόρων θεμάτων που ρυθμίζονται από το ελληνικό αμπελοοινικό δίκαιο, πρωτεύουσα σημασία έχουν τα οργανωτικά θέματα του κλάδου και ιδιαίτερα η οργανωση και η λειτουργία των μηχανισμών ελέγχου και χρηματοδότησης της παραγωγής και εμπορίας οίνου στην Ελλάδα (ΟΠΕΚΕΠΕ, ΚΕΠΥΕΛ, Κεντρική Επιτροπή Προστασίας Οινοπαραγωγής, Εθνική Διεπαγγελματική Οργάνωση Αμπέλου και Οίνου κ.λπ.).